Η πρωτότυπη ιστορία περιγράφει την περιπλάνηση τεσσάρων ζώων σε γέρικη ηλικία, ενός σκύλου, μιας γάτας (στην διασκευή επρόκειτο για μια αγελάδα), ενός κόκορα και ενός γαϊδάρου τα οποία εκδιώχθηκαν ή το έσκασαν από τα αφεντικά τους όταν έπαψαν πια να τους είναι χρήσιμα και αποδοτικά.
Το παραμύθι είχε δημοσιευθεί το 1819, σε μια εποχή δηλαδή που ούτε καν όλοι οι άνθρωποι είχαν αναγνωρισμένα δικαιώματα, πόσο μάλλον τα ζώα. Καθώς εξελίσσεται η ιστορία, μαθαίνουμε για το πόσο άσχημα έχουν φερθεί οι άνθρωποι στα ζώα.
Ένας γάιδαρος που δεν του έχει δοθεί ποτέ καν όνομα, που δεν έχει αναγνωριστεί ποτέ ως άτομο δηλαδή, παρά μόνο ως εργαλείο για χρήση από το μυλωνά που τον εκμεταλλευόταν φορτώνοντάς τον σε όλη του τη ζωή και χτυπώντας τον όταν δεν μπορούσε πια να δουλέψει. Κι ένας σκύλος που έπαψε να είναι αποδοτικός και τον εγκατέλειψαν, όπως και μια γάτα, που τη χάιδευαν όσο έπιανε ποντίκια αλλά όταν γέρασε και δεν μπορούσε πια, τους ήταν άχρηστη. Τέλος, ένας κόκορας που παραλίγο να γίνει σούπα για τους καλεσμένους των αφεντικών του. Ο σπισισμός σε όλο του το μεγαλείο. Ζώα παρουσιασμένα ως αντικείμενα με ημερομηνία λήξης. Τα ζώα όμως μιλούν και κρίνουν και κατακρίνουν τους ανθρώπους για το βίαιο και άσπλαχνο τρόπο που τους φέρθηκαν. Φεύγουν, ξεφεύγουν, συναντιούνται και γίνονται μια παρέα. Έτσι, βρίσκουν την αγάπη που τους έλειπε μέσα σε αυτή την οικογένεια που έφτιαξαν. Στην πρωτότυπη ιστορία έμειναν για πάντα στο σπιτάκι των ληστών τους οποίους έδιωξαν και έζησαν εκεί ευτυχισμένα. Ή μήπως έφτιαξαν μια μπάντα και έπαιζαν μουσική στους δρόμους της Βρέμης; Όπως και να έχει, ήταν ελεύθερα!
Στη διασκευή που εμείς παρακολουθήσαμε η θεατρική ομάδα είχε αντικαταστήσει το γάτο με μια αγελάδα που την έλεγαν Μινέρβα (όνομα που αποδίδεται στη ρωμαϊκή θεά της Σοφίας). Τα αφεντικά της επί χρόνια έπαιρναν το γάλα της και τώρα που γέρασε ήθελαν να τη στείλουν στο εργοστάσιο να την κάνει κονσέρβα. Αλλά εκείνη ξέφυγε.. Δεν νομίζω να ήταν τυχαία αυτή η αλλαγή στο παραμύθι γιατί περνάει ένα ακόμα μήνυμα υπέρ των ζώων και κατά της εκμετάλλευσής τους. Δεν ξέρω πόσο πιθανό είναι αυτό βέβαια ή πόσο το εύχομαι μέσα μου να το έκαναν με αυτό το σκοπό. Τέλος, ακόμα κι όταν τα ζώα γίνονται διάσημοι (στη διασκευή του παραμυθιού), διώχνοντας μακριά τους ληστές της Βρέμης και τα πρώην αφεντικά τους τα ζητούν πίσω, εκείνα αρνούνται να γυρίσουν στο άθλιο παρελθόν τους και μένουν μόνα τους μαζί για πάντα, δημιουργώντας την «Μπάντα του Δάσους» (αυτός είναι ο τίτλος της παράστασης που παρακολουθήσαμε) και παίζοντας μουσική.
Στη φωτογραφία βλέπουμε το μπρούτζινο άγαλμα των τεσσάρων ζώων κατασκευασμένο από τον Gerhard Marcks, το οποίο βρίσκεται στη Βρέμη της Γερμανίας από το 1953. Οι οπλές του γαϊδαράκου είναι λαμπερές γιατί λέγεται πως αν τις αγγίξεις και κάνεις μια ευχή θα πραγματοποιηθεί.
Εύχομαι μια μέρα όλα τα ζώα να είναι ελεύθερα, να πάψουν να χρησιμοποιούνται από εμάς και όλοι οι άνθρωποι να ανοίξουν την καρδιά και την αγκαλιά τους σε αυτά τα πλάσματα που υποφέρουν.
Η παράσταση ανέβηκε στο Θέατρο Νηπειαγωγείο, στην Καλαμάτα με τους εξής συντελεστές:
Κείμενο/σκηνοθεσία: Ελένη Ευταξοπούλου
Παίζουν: Καλλιρρόη Βελέντζα, Ελένη Ευταξοπούλου, Κωνσταντίνα Κολόκα, Πάνος Ταντής
Μουσική σύνθεση: Πάνος Ταντής
Χορογραφία: Δημήτρης Αναστασόπουλος
https://en.wikipedia.org/wiki/Town_Musicians_of_Bremen